Παραπληροφόρηση και «Fake News» στα Καρδιαγγειακά Νοσήματα – Η «επιδημία» της ημιμάθειας

Του Φλώρου Δημήτρη
Καρδιολόγου
Διδάκτορα Ιατρικής Σχολής ΔΠΘ

Από την πρώτη στιγμή που άρχισα να ασχολούμαι με την Καρδιολογία, πριν από είκοσι χρόνια, το άγχος μου ήταν το πώς θα έχω σωστές διαγνώσεις και το πώς θα μπορούσα να βοηθήσω τους ασθενείς μου. Νόμιζα ότι είχα να παλέψω κυρίως με τις ασθένειες και τον θάνατο. Πολύ γρήγορα, όμως διαπίστωσα ότι όσο επικίνδυνη για την δημόσια υγεία είναι η ασθένεια, άλλο τόσο σημαντική (ίσως και περισσότερο) είναι η παραπληροφόρηση σχετικά με τις ασθένειες αυτές, καθώς είτε οπλίζει τους ασθενείς με την ψευδαίσθηση ότι γνωρίζουν, προχωρώντας σε θεραπευτικές ενέργειες και ιατρικές πράξεις που σε κάποιες περιπτώσεις είναι επικίνδυνες για τη ζωή τους, είτε τους κάνει να επαναπαύονται και να μην μπορούν να αναγνωρίσουν τους πραγματικούς κινδύνους. Έτσι, πολύ γρήγορα βρέθηκα να παλεύω με την παραπληροφόρηση και τις κακές πρακτικές, οι οποίες αποδείχθηκαν πιο σκληρός αντίπαλος από αυτήν καθαυτή την ασθένεια. Κι αυτό γιατί οι κακές αντιλήψεις και πρακτικές είναι τόσο βαθιά ριζωμένες και απλωμένες στην κοινωνία (ιδιαίτερα στην ελληνική), που πολύ δύσκολα αλλάζουν και ξεριζώνονται.

Από την αρχή της σταδιοδρομίας μου προσπαθούσα και ακόμη προσπαθώ να εξηγήσω στους ασθενείς μου τα λάθη και να τους οδηγήσω στη σωστή προσέγγιση, αλλά ταυτόχρονα οραματιζόμουν και προσπαθούσα να σκεφτώ τρόπους πιο μαζικής ενημέρωσης του κοινού. Πολλοί ασθενείς αντιστέκονται και μου λένε «γιατρέ δεν θέλω να γίνω καρδιολόγος». Τους απαντώ ότι μέσω σωστής ενημέρωσης γίνεται πιο εύκολη η δική μου καθημερινή δουλειά και μπορώ να επιτύχω καλύτερα αποτελέσματα στην υγεία των ασθενών μου. Ή ακόμη ότι αναγκαστικά πρέπει να έχεις κάποιες βασικές γνώσεις όταν χειρίζεσαι ιατρικά εργαλεία όπως είναι το πιεσόμετρο. Όμως, κυρίως η έλλειψη χρόνου, ανέβαλλε το έργο της καταγραφής και της διόρθωσης όλων των κακών πρακτικών και αντιλήψεων. Η πανδημία του κορωνοϊού και η απομόνωση στο σπίτι αφενός μου χάρισε αρκετό χρόνο για να ασχοληθώ με το έργο αυτό και αφετέρου ανέδειξε ακόμη περισσότερο το πρόβλημα όπως διαπιστώνω καθημερινά μέσα από τα τηλεφωνήματα που δέχομαι.

Προσπαθώντας να αναλύσω τις αιτίες του προβλήματος (χωρίς να θέλω να το παίξω ειδικός αναλυτής ή κοινωνιολόγος, αλλά μόνο μεταφέροντας την κλινική εμπειρία μου), θεωρώ ότι οφείλεται σε ένα συνδυασμό παραγόντων. Ένας παράγοντας είναι ότι οι αρχές του Διαφωτισμού και της επιστημονικής σκέψης που έδωσαν τέλος στις μεσαιωνικές αντιλήψεις, άργησαν λόγω Τουρκοκρατίας να φτάσουν πάρα πολύ στον ελληνικό χώρο (κάποιες περιοχές της χώρας μας απελευθερώθηκαν μόλις πριν από 100 χρόνια). Στο Μεσαίωνα λοιπόν, η υγεία εξαρτιόταν από πλανόδιους πραματευτές που πουλούσαν ελιξήρια και μυστικά μακροζωίας. Δυστυχώς, ακόμη και σήμερα απαντάται αυτή η πρακτική από ορισμένους, παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι η μετάδοση της πληροφορίας πλέον είναι ταχύτερη από την ταχύτητα του φωτός. Συνεπώς, δεν υπάρχει κρυφή γνώση ή προνόμιο στην κατάκτησή της. Δεν θα μπορούσε δηλαδή να ξέρει κάποιος κάτι και να μην το ξέρουν και μερικά εκατομμύρια ανθρώπων ακόμη. Όμως, η νοοτροπία αυτή υπάρχει και συνιστά πρόσφορο έδαφος για ανάπτυξη ψευδών πληροφοριών και υιοθέτηση αμφιλεγόμενων απόψεων ως «αυθεντικές».

Στο σημείο αυτό θα ήταν χρήσιμο να παρατεθούν κάποιες πληροφορίες για το πώς καθιερώνεται σήμερα η ιατρική πρακτική και η ιατρική γνώση σε τέτοιο βαθμό ώστε να ασκείται ενιαία σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Εδώ και μερικές δεκαετίες ασκείται η ιατρική βασισμένη σε αποδείξεις. Δηλαδή, εξάγονται ορισμένες «αλήθειες» μέσα από διενέργεια και ανάλυση μεγάλων μελετών (δηλαδή πειραμάτων), τα οποία στη συνέχεια επεξεργάζονται ομάδες επιστημόνων (ομάδες εργασίας) καταξιωμένων στα διάφορα επιμέρους ιατρικά πεδία, ειδικότητες και εξειδικεύσεις και εκδίδουν τις περίφημες κατευθυντήριες οδηγίες. Για παράδειγμα, υπάρχει ομάδα εργασίας καρδιακής ανεπάρκειας, η οποία αποτελεί τμήμα της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας, η οποία εκδίδει περιοδικά κατευθυντήριες οδηγίες για την καρδιακή ανεπάρκεια. Το ίδιο συμβαίνει και για τις άλλες ομάδες εργασίας της Καρδιολογίας, αλλά και όλων των ιατρικών ειδικοτήτων. Με αυτό τον τρόπο η άσκηση της ιατρικής είναι ομοιόμορφη, ίδια και ενιαία σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης (τα ίδια πράγματα θα πρέπει να σου πει ένας καρδιολόγος στην Αλεξανδρούπολη με έναν καρδιολόγο στην Στοκχόλμη). Προϋπόθεση για αυτό είναι ΟΛΟΙ οι γιατροί να εναρμονίζονται με τις κατευθυντήριες οδηγίες. Έτσι λοιπόν, ο σύγχρονος ιατρός πρέπει να χρησιμοποιεί τη φράση «τα δεδομένα λένε» και όχι τη φράση «εγώ νομίζω». Δεν υπάρχει το «εγώ νομίζω», ακόμη κι αν μιλάει κάποιος πολύ έμπειρος, καθώς σε καμία περίπτωση η προσωπική εμπειρία δεν είναι ανώτερη των χιλιάδων δεδομένων από τις διάφορες κλινικές έρευνες. Η διευκρίνηση αυτή είναι απαραίτητη και θα πρέπει οι ασθενείς να αναζητούν την μία και μοναδική ιατρική αλήθεια γνωρίζοντας και θεωρώντας δεδομένο ότι όπως σε κάθε επάγγελμα και στην Ιατρική δεν είναι όλοι οι γιατροί το ίδιο καλά καταρτισμένοι και διαβασμένοι. Ένα ακόμη πρόβλημα που σχετίζεται με αυτό το θέμα είναι ότι ο ασθενής έχει την τάση να υιοθετεί την άποψη που τον συμφέρει και όχι τη σωστή (π.χ. «ρώτησα τέσσερις καρδιολόγους για το αν πρέπει να χειρουργηθώ για την βαλβίδα μου, οι τρεις είπαν ναι αλλά ο ένας είπε όχι, οπότε λέω να ακολουθήσω την οδηγία του ενός»).

Ένας δεύτερος παράγοντας που συμβάλλει στην παραπληροφόρηση και στην ημιμάθεια είναι ότι η ιατρική επιστήμη είναι από τη φύση της γοητευτική, γι αυτό και αποτελεί προσφιλές αντικείμενο συζήτησης σε παρέες, φίλους και συναθροίσεις, κάτι που δεν συμβαίνει με άλλες επιστήμες, όπως η νομική, η φυσική ή η… αστροφυσική. Σπανίως κάποιος που δεν είναι δικηγόρος θα έχει άποψη για τα νομικά, αλλά για την ιατρική έχουν όλοι άποψη. Το πρόβλημα εντείνεται από το γεγονός ότι ο οποιοσδήποτε μπορεί να έχει πρόσβαση σε ιατρικά συγγράμματα και διαβάζοντας να νομίζει ότι μαθαίνει κιόλας ή γίνεται γιατρός. Υπάρχει όμως το εξής πρόβλημα, το οποίο μπορούν να το βεβαιώσουν όλοι οι γιατροί. Στην αρχή της καριέρας μας, με τις πρώτες πληροφορίες που αποκτούσαμε διαβάζοντας, ταυτόχρονα νομίζαμε ότι πάσχουμε από την αντίστοιχη πάθηση! Θυμάμαι έναν συμφοιτητή μου να «έχει νοσήσει» από όλες τις θανατηφόρες παθήσεις της Ιατρικής (από λευχαιμία όταν διάβαζε Αιματολογία, από έμφραγμα όταν διάβαζε Καρδιολογία, από καρκίνο του προστάτη όταν διάβαζε Ουρολογία κ.ο.κ.). Αυτό συμβαίνει επειδή υπάρχει μεγάλη απόσταση ανάμεσα στο διάβασμα και στην άσκηση της ιατρικής. Η άσκηση της ιατρικής και η ικανότητα για διάγνωση είναι μια σύνθετη διαδικασία που προϋποθέτει πρώτα τη βαθιά γνώση της φυσιολογίας (της φυσιολογικής λειτουργίας του οργανισμού) και προκύπτει από το συνδυασμό γνώσης, αλλά και συνδυαστικής σκέψης, εμπειρίας, καθώς και γνώσης άλλων επιστημών (π.χ. στατιστικής). Αν κάποιος διαβάσει για παράδειγμα ότι κάποια από τα συμπτώματα του καρκίνου του πνεύμονα είναι πυρετός, βήχας και δύσπνοια, τότε κάθε φορά που θα νοσεί από μια απλή ίωση θα φοβάται ότι έχει καρκίνο του πνεύμονα, καθώς τα συμπτώματα είναι κοινά. Ένα άλλο παράδειγμα που δείχνει τις παγίδες που κρύβει η στατιστική (η οποία είναι κομβική στην Ιατρική επιστήμη) είναι το εξής: αν κάποιος κάνει μια έρευνα για το πόσα …αυτιά έχουν οι άνθρωποι που πέρασαν έμφραγμα, θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το ποσοστό είναι 100%. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι όποιος έχει δύο αυτιά θα πάθει έμφραγμα! Αυτή είναι και η εξήγηση γιατί η ιατρική δεν πρόκειται ποτέ να υποκατασταθεί από υπολογιστές.

Ο σημαντικότερος όμως παράγοντας που ευνοεί την άνθηση της παραπληροφόρησης, ιδίως στα καρδιαγγειακά νοσήματα, και προκαλεί εμπόδια στην ορθή άσκηση της ιατρικής πράξης είναι το άγχος για την υγεία μας και ο φόβος του θανάτου. Η Ψυχιατρική λέει ότι το άγχος (με όποια μορφή κι αν εκδηλώνεται) έχει μία και μοναδική αιτία – τον υποσυνείδητο φόβο του θανάτου, ο οποίος παρομοιάζεται με μια φωτιά που σιγοκαίει. Στα πρώτα χρόνια της ζωής μας, κατά τα οποία δεν έχουμε επίγνωση της θνητότητας, ο φόβος αυτός είναι άγνωστος. Με τις πρώτες μας επαφές με το θάνατο (θάνατος του παππού ή της γιαγιάς ή θάνατος ενός κατοικίδιου), αρχίζει και σιγοκαίει αυτός ο φόβος, ο οποίος απωθείται επιτυχώς στο υποσυνείδητο για μεγάλα χρονικά διαστήματα της ζωής μας. Διάφορα γεγονότα μπορούν να ξυπνήσουν αυτό το φόβο, να τον ανασύρουν από τα βάθη του υποσυνείδητου και να προκαλέσουν τη λεγόμενη σωματοποίηση, την ύπαρξη δηλαδή πραγματικών συμπτωμάτων, των οποίων η αιτία είναι ψυχική και όχι σωματική. Οι αφορμές για να ξυπνήσει αυτό το «τέρας» είναι η απώλεια ή η ασθένεια αγαπημένου προσώπου, η δική μας ασθένεια, η συνταξιοδότηση, η φυγή των παιδιών από το σπίτι για σπουδές, η απώλεια εργασίας, το διαζύγιο, η μετακόμιση και τα «στρόγγυλα γενέθλια» (40, 50, 60, 70 κοκ). Η πλειοψηφία λοιπόν αυτών των συμπτωμάτων εντοπίζεται «γύρω από την καρδιά», γιατί το υποσυνείδητό μας γνωρίζει ότι τελικά από την καρδιά μας πεθαίνουμε (όποια κι αν είναι η αιτία θανάτου). Τα τυπικά συμπτώματα περιλαμβάνουν πόνο στο στήθος, δύσπνοια, ταχυκαρδία, συμπτώματα δηλαδή τυπικά στην καρδιολογία, γι αυτό και όλοι αυτοί οι ασθενείς πρώτα σπεύδουν σε καρδιολόγο νομίζοντας ότι νοσεί η καρδιά τους. Ή ακόμη χειρότερα, βρίσκουν κάποιο διαθέσιμο «…όμετρο» (πιεσόμετρο, σακχαρόμετρο, κορεσιόμετρο) και χωρίς να μπορούν να ξεχωρίσουν το φυσιολογικό από το παθολογικό, αρχίζουν τις μετρήσεις και τις… θεραπείες! Όμως, αυτή η συμπεριφορά του καρδιαγγειακού συστήματος στο stress (αύξηση της αρτηριακής πίεσης, αύξηση της καρδιακής συχνότητας) είναι η φυσιολογική αντίδραση του καρδιαγγειακού συστήματος στο stress. Πολλές φορές, μιλώντας στους ασθενείς μου, για να μπορέσουν να κατανοήσουν το θέμα, κάνω την εξής παρομοίωση: αν ένα κτήριο πάρει φωτιά, τότε το φυσιολογικό είναι να χτυπήσει ο συναγερμός. Το να μετράς την πίεση και τους παλμούς σε τέτοιες συνθήκες και το να πηγαίνεις στον καρδιολόγο είναι σαν να μετράς τα decibel του συναγερμού και να καλείς τον… ηλεκτρολόγο να κλείσει τον συναγερμό, ενώ η φωτιά φουντώνει. Δυστυχώς, είναι πολύ διαδεδομένη η πρακτική «κλείνω τον συναγερμό» αντί της «κλήσης της πυροσβεστικής», που στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι ο Ψυχίατρος-Ψυχολόγος-Νευρολόγος. Η χορήγηση λοιπόν φαρμάκων που κλείνουν τον συναγερμό, δίνουν στον ασθενή την πεποίθηση ότι πλέον είναι καρδιοπαθής (αφού παίρνει φάρμακα για την καρδιά), επιβεβαιώνεται ο αρχικός φόβος για την υγεία του και την καρδιά του και ο φαύλος κύκλος συντηρείται. Επειδή δε η φωτιά συνεχίζει και σιγοκαίει, ο ασθενής ποτέ δεν έχει οριστική ίαση, παρά μόνο προσωρινή ανακούφιση, και τελικά διαρκώς γυρίζει από καρδιολόγο σε καρδιολόγο (κάποιες φορές δοκιμάζει και πνευμονολόγους ή γαστρεντερολόγους, ειδικότητες δηλαδή που είναι «κοντά στην καρδιά»).

Συνοψίζοντας, η παραπληροφόρηση είναι πρόβλημα γενικότερο από το πεδίο της Ιατρικής στη σημερινή εποχή, όπου κυριαρχούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (facebook, twitter, Instagram κλπ) με τα οποία αποκτούν βήμα πάσης λογής «φρούτα» και η αξιολόγηση της πληροφορίας γίνεται μια πολύπλοκή κι επίπονη διαδικασία. Όταν δε αυτό συνδυάζεται με το φόβο για τη ζωή μας ή για την υγεία μας, που δεδομένα στην Ιατρική και ιδιαίτερα στην Καρδιολογία υπάρχει, τότε δημιουργείται ένας άκρως επικίνδυνος και εκρηκτικός συνδυασμός. Ευτυχώς, ολοένα και περισσότερο εμφανίζεται ένα κύμα από ανάγκη για σωστή και έγκυρη πληροφόρηση, με όπλο την επιστημονική σκέψη και ανάλυση και τον ορθολογισμό, που εκφράζεται απόλυτα αυτές τις ημέρες στο πρόσωπο του συναδέλφου λοιμωξιολόγου κ. Τσιόδρα. Θέλοντας να συμβάλλω κι εγώ προς την κατεύθυνση αυτή, θα προσπαθήσω να καταγράψω μέσα από άρθρα που θα ακολουθήσουν, τις κακές πρακτικές και αντιλήψεις (τους «μύθους» όπως τους αποκαλώ) και να αντιπαραβάλλω την αλήθεια (την «πραγματικότητα») όπως αυτή ορίζεται από την σύγχρονη επιστημονική σκέψη και πρακτική.

Διαβάστε το 1ο μέρος:
Μύθοι και Πραγματικότητες – Καρδιαγγειακή Πρόληψη